Η ΑΜΗ (Anti Mullerian Hormone, Αντιμυλλέρια ορμόνη), είναι μια ορμόνη που παράγεται από τα ωοθυλάκια (τα αυγά) της ωοθήκης. Την μετράμε σαν ένα τρόπο για να υπολογίσουμε τα αποθέματα της ωοθήκης. Υψηλές τιμές συνδυάζονται με υψηλή γονιμότητα, μεσαίες με ενδιάμεση και αν υπάρχουν χαμηλές τιμές τότε συμπεραίνουμε οτι η γονιμότητα της γυναίκας είναι προβληματική. Παρομοίως, η τιμή της FSH (μιας άλλης ορμόνης που ρόλος της είναι να διεγείρει την ωοθήκη) υποδηλώνει το πόσο εύκολα κινητοποιούνται τα ωοθυλάκια της ωοθήκης. Υψηλές τιμές συνδυάζονται με δυσκολία στη γονιμοποίηση.
Ή μήπως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα; Από προσωπική εμπειρία, μπορούμε να πούμε ότι έχουμε παρατηρήσει εγκυμοσύνες σε γυναίκες ηλικίας κοντά ή λίγο μετά τα 40 ενώ τα αποτελέσματα της ΑΜΗ ήταν απογοητευτικά. Τον ίδιο προβληματισμό φαίνεται είχαν και ερευνητές πανεπιστημίων της Αμερικής και αποφάσισαν να το μελετήσουν περαιτέρω (https://jamanetwork.com/journals/jama/article-abstract/2656811).
Σε πρόσφατη έρευνα που έκαναν στην οποία συμμετείχαν γυναίκες ηλικίας από 30 ως 44 ετών μέτρησαν τα επίπεδα ΑΜΗ και FSH και επίσης κατέγραψαν τις εγκυμοσύνες που επιτεύχθηκαν.
Σημαντικό είναι το γεγονός ότι οι γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα δεν είχαν προηγούμενο ιστορικό υπογονιμότητας και προσπαθούσαν για εγκυμοσύνη για λιγότερο από 3 μήνες. Τα αποτελέσματα της έρευνας μπορεί να μην έχουν εφαρμογή σε άλλες γυναίκες (μάθετε περισσότερα >ΕΔΩ<).
Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα ήταν απροσδόκητα μιας και έδειξαν ότι οι γυναίκες με χαμηλή ΑΜΗ είχαν παρόμοιο ποσοστό εγκυμοσύνης σε βάθος 6 και 12 κύκλων, με τις γυναίκες που είχαν φυσιολογική ΑΜΗ. Παρομοίως, τα υψηλά επίπεδα FSH δεν σχετίζονταν με την επίτευξη εγκυμοσύνης.
Τι μας δείχνουν τα αποτελέσματα;
Αυτό που φαίνεται από τα αποτελέσματα είναι ότι δεν μετράει τόσο η ποσότητα (πόσα ωοθυλάκια απομένουν), όσο η ποιότητα (πόσο καλά κάνουν τη δουλειά τους). Η ηλικία φαίνεται να εξακολουθεί να είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας (μάθετε περισσότερα >ΕΔΩ<).
Άρα, δεν πρέπει να πανικοβαλλόμαστε με ένα προβληματικό αποτέλεσμα ΑΜΗ και να μην το χρησιμοποιούμε σαν μοναδικό παράγοντα αποφάσεων για το πως θα πρέπει να κινηθούμε έπειτα. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζει να μετριέται η ΑΜΗ από αξιόπιστα εργαστήρια μιας και το αποτέλεσμα μπορεί να επηρεαστεί αν δεν χρησιμοποιηθούν οι κατάλληλες τεχνικές.
Βεβαίως, στην εργασία δεν έχει ληφθεί υπόψιν πως κατέληξε τελικά η εγκυμοσύνη (γέννηση ζωντανού μωρού, αποβολή κλπ) και οι ερευνητές παραδέχονται ότι δεν συμμετείχαν πολλές γυναίκες άνω των 40.
Έστω κι έτσι όμως, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι αποφάσεις για το θέμα της γονιμότητας μιας γυναίκας δεν στηρίζονται σε ένα νούμερο μιας εξέτασης αλλά συμπεριλαμβάνουν πολλούς παράγοντες από το ιστορικό της γυναίκας. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια!